Μηνιαίος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μηνιαίος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mensal, mensalmente, mês, mensais, mensal de
Μηνιαίος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μηνιαίος

μηνιαίος λογαριασμός δεη, μηνιαίος συντελεστής επισκευών, μηνιαίος προθεσμιακός εθνική, μηνιαίος μισθός, μηνιαίος συντελεστής εξυπηρέτησης κεφαλαίου, μηνιαίος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μηνιαίος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μηδέν στα πορτογαλικά - zelo, nada, zero, de zero, nulo, nula
  • μηνίγγι στα πορτογαλικά - templo, meninges, meninge, as meninges, das meninges
  • μηνύω στα πορτογαλικά - evidenciar, pressagiar, dirigir a palavra a
  • μηρός στα πορτογαλικά - coxa, ladrão, da coxa, coxas, na coxa, thigh
Τυχαίες λέξεις
Μηνιαίος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mensal, mensalmente, mês, mensais, mensal de