Μπότα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: μπότα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bota, carregador, inicialização, de inicialização, arranque, de arranque
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπότα
μπότα αγιου βασίλη, μπότα converse δερμάτινη καφέ γυναικεία, μπότα χιονιού, μπότα κάλτσα, μπότα ονειροκρίτησ, μπότα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μπότα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- μπόλικος στα πορτογαλικά - grande quantidade, lotes, muitos, muitas, muita
- μπόσικος στα πορτογαλικά - frouxo, laço, bosikos
- μπόχα στα πορτογαλικά - saciedade, a saciedade, de saciedade, da saciedade, satiety
- μπύρα στα πορτογαλικά - cerveja, de cerveja, da cerveja, a cerveja, beer
Τυχαίες λέξεις
Μπότα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bota, carregador, inicialização, de inicialização, arranque, de arranque
Μεταφράσεις: bota, carregador, inicialização, de inicialização, arranque, de arranque