Νερό στα πορτογαλικά
Μετάφραση: νερό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
irrigar, água, aguar, banhar, guarda, molhar, regar, de água, da água, a água, águas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νερό
νερό δημόσιο αγαθό, νερό και θρησκεία, νερό πηγή ζωής, νερό μυθολογία, νερό σαμαριά, νερό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, νερό στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- νερουλός στα πορτογαλικά - aguado, aquoso, aquosa, aquática, aguada
- νεροχύτης στα πορτογαλικά - afundar, dissipador, única, pia, dissipador de, lavatório, sink
- νευρικός στα πορτογαλικά - nervoso, nervo, irritável, edgy, nervosa, irritado
- νευρόσπαστο στα πορτογαλικά - fantoche, boneca, boneco, marionete, de marionetes, fantoche de
Τυχαίες λέξεις
Νερό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: irrigar, água, aguar, banhar, guarda, molhar, regar, de água, da água, a água, águas
Μεταφράσεις: irrigar, água, aguar, banhar, guarda, molhar, regar, de água, da água, a água, águas