Οδηγία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: οδηγία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
directivas, Directiva, a Directiva, diretiva, directiva do, de directiva
Οδηγία στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οδηγία

οδηγία 2006/42/εκ, οδηγία 2004/18, οδηγία 2013/36/εε, οδηγία 2011/96/εε, οδηγία 95/46/εκ, οδηγία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οδηγία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ογκώδης στα πορτογαλικά - massa, compacto, maciço, volumoso, volumosos, volumosa, volumosas, ...
  • οδήγηση στα πορτογαλικά - condução, motriz, de condução, dirigir, a condução
  • οδηγός στα πορτογαλικά - gerir, hóspede, guia, conduzir, motorista, excitador, guiar, ...
  • οδηγώ στα πορτογαλικά - propulsor, gotejar, actuar, conduzir, movimentação, pingar, campanha, ...
Τυχαίες λέξεις
Οδηγία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: directivas, Directiva, a Directiva, diretiva, directiva do, de directiva