Παχουλός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: παχουλός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bochechudo, gordo, chubby, carnudo, gordinho
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παχουλός
παχουλός συνώνυμα, παχουλός συνώνυμο, παχουλός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παχουλός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- παφλάζω στα πορτογαλικά - bexiga, bolha, regaço, lanterna, bolha de, da bolha, de bolha, ...
- παχνιάζομαι στα πορτογαλικά - geada, frio, fronteira, rima, rime, do rime, escarcha
- παχυσαρκία στα πορτογαλικά - obesidade, A obesidade, obesity, de obesidade, da obesidade
- παχύσαρκος στα πορτογαλικά - obeso, gordo, obesos, obesas, obesidade, obesa
Τυχαίες λέξεις
Παχουλός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bochechudo, gordo, chubby, carnudo, gordinho
Μεταφράσεις: bochechudo, gordo, chubby, carnudo, gordinho