Πνευματικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πνευματικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
intelectual, integrar, espíritos, inteligente, religioso, espiritual, espirituais
Πνευματικός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πνευματικός

πνευματικός δημήτρης, πνευματικός κόρινθος, πνευματικός αγώνας, πνευματικός αλέξανδρος, πνευματικός άνθρωπος, πνευματικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πνευματικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πνίγω στα πορτογαλικά - insinuação, subjugar, acabrunhar, sufocar, abafar, estrangular, oprima, ...
  • πνευματικά στα πορτογαλικά - direitos autorais, direitos de autor, de direitos autorais, de direitos de autor, direito de autor
  • πνευματώδης στα πορτογαλικά - engraçado, espirituoso, espirituosa, witty, inteligente, espirituosos
  • πνεύμα στα πορτογαλικά - querer, desejo, sagacidade, espiral, espírito, alma, anseio, ...
Τυχαίες λέξεις
Πνευματικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: intelectual, integrar, espíritos, inteligente, religioso, espiritual, espirituais