Integrar στα ελληνικά

Μετάφραση: integrar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διανοούμενος, διανοητικός, πνευματικός, ενσωμάτωση, ενσωματώσει, ενσωματώσουν, ενσωματώνουν, ενσωματωθούν
Integrar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • insulto στα ελληνικά - λοιδορώ, προσβάλλω, ασφάλεια, ασφάλιση, προπηλακίζω, προσβολή, προσβολής, ...
  • insígnia στα ελληνικά - κονκάρδα, εμβλήματα, Insignia, διακριτικά, έμβλημα, του Insignia
  • inteiramente στα ελληνικά - καπνός, καυσαέριο, πλήρως, εντελώς, πλήρη, απόλυτα, απολύτως, ...
  • inteiro στα ελληνικά - ολικός, σύνολο, ακέραιος, εντελώς, γεμάτος, άρτιος, πλήρης, ...
Τυχαίες λέξεις
Integrar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διανοούμενος, διανοητικός, πνευματικός, ενσωμάτωση, ενσωματώσει, ενσωματώσουν, ενσωματώνουν, ενσωματωθούν