Πράσινος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πράσινος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
verdejante, grego, estacionamento, parque, verde, invejoso, green, verdes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πράσινος
πράσινος καφές, πράσινος δακτύλιος, πράσινος άργιλος, πράσινος καφές forum, πράσινος διακοσμητικός συνθετικός φράχτης, πράσινος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πράσινος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πράξη στα πορτογαλικά - acção, soma, executar, âmago, proceder, sulfúrico, fazer, ...
- πράος στα πορτογαλικά - delicado, doce, meigo, brando, migre, suave, ameno, ...
- πράσο στα πορτογαλικά - alho-poró, leek, alho francês
- πρέπει στα πορτογαλικά - obrigação, dever, mexilhão, mosto, necessário, preciso
Τυχαίες λέξεις
Πράσινος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: verdejante, grego, estacionamento, parque, verde, invejoso, green, verdes
Μεταφράσεις: verdejante, grego, estacionamento, parque, verde, invejoso, green, verdes