Σέβομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σέβομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
respeito, apreciação, deferência, recursos, respeitar, estima, relação, relativamente, respeita, o respeito
Σέβομαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σέβομαι

σέβομαι τη διαφορετικότητα, σέβομαι στα αρχαία, σέβομαι ετυμολογία, σέβομαι ορισμός, σέβομαι λεξικο, σέβομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σέβομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σάρκα στα πορτογαλικά - frota, medida, âmago, carne, cerne, núcleo, caroço, ...
  • σάτιρα στα πορτογαλικά - pasquim, sátira, Lampoon, libelo, do Lampoon
  • σέλας στα πορτογαλικά - luz, leve, de luz, a luz, claro
  • σέξι στα πορτογαλικά - ardiloso, ladino, astuto, sensual, sexy, de sexy, atraente
Τυχαίες λέξεις
Σέβομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: respeito, apreciação, deferência, recursos, respeitar, estima, relação, relativamente, respeita, o respeito