Σέβομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: σέβομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tekintetbevétel, tisztelet, tekintetében, tekintetben, tiszteletben, vonatkozásában
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σέβομαι
σέβομαι τη διαφορετικότητα, σέβομαι στα αρχαία, σέβομαι ετυμολογία, σέβομαι ορισμός, σέβομαι λεξικο, σέβομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σέβομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σάρκα στα ουγγρικά - hús, húsétel, húst, húsa, tartalommal töltse, konkretizálása
- σάτιρα στα ουγγρικά - kigúnyol, Lampoon, gúnyirat
- σέλας στα ουγγρικά - fény, könnyű, fényében, világos, fényt
- σέξι στα ουγγρικά - dögös, savanykás, vörösbarna, csini, csalafinta, szexis, szexi, ...
Τυχαίες λέξεις
Σέβομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tekintetbevétel, tisztelet, tekintetében, tekintetben, tiszteletben, vonatkozásában
Μεταφράσεις: tekintetbevétel, tisztelet, tekintetében, tekintetben, tiszteletben, vonatkozásában