Σκιαγραφώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σκιαγραφώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
traçar, desenhar, descrever, delimitar, divisar, delinear, esboço, contorno, esquema, estrutura de tópicos, do esboço
Σκιαγραφώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκιαγραφώ

σκιαγραφώ συνώνυμα, σκιαγραφώ ορισμός, σκιαγραφώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σκιαγραφώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σκιέρ στα πορτογαλικά - esquiador, skier, esquiadores, do esquiador, esquiador do
  • σκιαγράφηση στα πορτογαλικά - traçar, descrever, desenhar, excursão, esboço, traçado, delineamento, ...
  • σκιερός στα πορτογαλικά - com sombra, umbrageous, umbroso, sombrio, desconfiado
  • σκιώδης στα πορτογαλικά - sombrio, sombria, sombra, obscuro, sombras
Τυχαίες λέξεις
Σκιαγραφώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: traçar, desenhar, descrever, delimitar, divisar, delinear, esboço, contorno, esquema, estrutura de tópicos, do esboço