Λέξη: επίβουλα

Μεταφράσεις: επίβουλα

επίβουλα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
insidiously, treacherous

επίβουλα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
traicionero, traidor, traicionera, traidora, traicioneros

επίβουλα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heimtückisch, tückisch, verräterisch, trügerisch, hinterhältig

επίβουλα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
insidieusement, perfide, traître, traîtresse, traîtres, perfides

επίβουλα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
infido, traditore, insidioso, perfido, infida

επίβουλα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
traiçoeiro, traiçoeira, traiçoeiros, traiçoeiras, traidor

επίβουλα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verraderlijk, verraderlijke, trouweloze, trouwelozen, trouweloos

επίβουλα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
предательски, коварный, предательский, предательской, предательская, предательским

επίβουλα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forrædersk, troløse, lumske, forræderske, svikefulle

επίβουλα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förrädiska, förrädisk, förrädiskt, lömska, trolösa

επίβουλα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
petollinen, petollisen, petollisia, uskoton, kavala

επίβουλα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forræderiske, forræderisk, troløse, lumsk, lumske

επίβουλα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zákeřně, záludně, zrádný, zrádné, zrádná, zákeřný, proradný

επίβουλα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zdradliwie, podstępnie, zdradziecki, zdradliwy, perfidny, zdradliwe, zdradliwa

επίβουλα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
alattomosan, ármányosan, áruló, alattomos, álnok, csalóka, hűtlen

επίβουλα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hain, tehlikeli, güvenilmez, haince, kalleş

επίβουλα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зрадницький, підступний, підступна, підступне, підступну, підступного

επίβουλα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tradhtar, i pabesë, pabesë, e pabesë, të pabesë

επίβουλα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вероломен, неверен, коварните, невярната

επίβουλα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падступны, каварны, хітры, падступную, вераломны

επίβουλα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ebausaldatav, reeturlikud, petlik, reeturlikuks, reetlik

επίβουλα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
podmukao, opasan, izdajnički, nevjernica, podmukli

επίβουλα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sviksamir, framhleypnir, Treacherous, hin ótrúa, ótrúr, ótrúa

επίβουλα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klastingas, klastingai, klastinga, neištikimoji, apgaulingas

επίβουλα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nodevīgs, nedroša, nodevīga, nodevīgais

επίβουλα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
предавничка, предавнички, предавничката, подмолен, подмолна

επίβουλα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trădător, trădătoare, inselatoare, perfid, vicleana

επίβουλα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
izdajalski, zahrbten, izdajalska, nevarne, zahrbtni

επίβουλα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zradný, zradná
Τυχαίες λέξεις