Σκοπιά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σκοπιά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
perspectiva, perspectiva de, perspectivas, perspective, em perspectiva
Σκοπιά στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκοπιά

σκοπιά στρατος, σκοπιά περιοδικό, σκοπιά πανταζής, σκοπιά συνώνυμα, σκοπιά φαρσάλων, σκοπιά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σκοπιά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σκοινί στα πορτογαλικά - corda, cabo, corda de, de corda, cordas
  • σκοπεύω στα πορτογαλικά - fim, apontar, intentar, mirar, inteligente, pretender, intenção, ...
  • σκοπιμότητα στα πορτογαλικά - viabilidade, de viabilidade, exequibilidade, possibilidade, a viabilidade
  • σκοπός στα πορτογαλικά - emprego, apontar, ofício, móvel, intensificar, fim, produzir, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκοπιά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: perspectiva, perspectiva de, perspectivas, perspective, em perspectiva