Λέξη: βλαστάρι

Σχετικές λέξεις: βλαστάρι

βλαστάρι βικιλεξικο

Συνώνυμα: βλαστάρι

βλαστός, δενδρύλλιο, νεανίας, απόγονος, γόνος

Μεταφράσεις: βλαστάρι

βλαστάρι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sucker, sprout, sapling, offspring, shoot, shoot of

βλαστάρι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mamón, chupón, pimpollo, brote, retoño, brotar, brotan, brote de

βλαστάρι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dummkopf, lutscher, sauger, gimpel, säugling, sprießen, Sprössling, Spross, sprout, spriessen

βλαστάρι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sarment, ventouse, sucette, nourrisson, pousse, germe, sprout, germes, germination

βλαστάρι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
germoglio, germogli, sprout, germogliare, germogli di

βλαστάρι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
broto, rebento, brotar, sprout, broto de

βλαστάρι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
spruit, spruitje, sprout, ontspruiten, De spruit van

βλαστάρι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
присоска, простак, молокосос, сосунок, поршень, дурак, присосок, сосун, росток, прорастают, ростки, побег, ростка

βλαστάρι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
spire, skudd, spiren, sprout, spirer

βλαστάρι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Sprout, grodd, spira, gro, grodden

βλαστάρι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tikkari, loinen, tikkukaramelli, versoa, sprout, itää, ruusukaalin, verso

βλαστάρι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
spire, spirer, rosenkål, sprout, sproutbillede

βλαστάρι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kojenec, výhonek, klíček, sadba, klíčení, sprout

βλαστάρι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ssawka, osesek, frajer, naiwniak, odrost, pęd, przyssawka, kiełkować, kiełek, zakiełkować, sprout

βλαστάρι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szívókorong, franc, tejfelesszájú, gyökérsarj, bujtvány, lopótök, fattyúhajtás, szívóka, gyökérhajtás, szopogató, nyalóka, szívó, szopó, hajtás, kihajt, csírázik, Palánta, sarj

βλαστάρι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
filiz, Fideler, sprout, filizlenmeyi, sürgün

βλαστάρι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
присосок, простак, сисунець, паросток, Росток, пагін, корінь, парость

βλαστάρι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dal, mbin, filiz, mugullon, lakër brukseli

βλαστάρι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
израствам, филиз, издънка, покълвам, изниквам

βλαστάρι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
парастак, росьцік, расток, каліўка

βλαστάρι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pulgakomm, imeja, jobu, idu, võrse, tärkama, rooskapsas, võrsuma

βλαστάρι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
utikač, mladica, niknuti, izbojka, nicati, klicati

βλαστάρι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Sprout

βλαστάρι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atauga, daigas, diegas, ūglis, daiginti

βλαστάρι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
asns, dzinums, dzinumu, dīgšanas

βλαστάρι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
никне, никулец

βλαστάρι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prost, germina, germen, lăstar, încolți, mugur

βλαστάρι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
naivka, rastnimi, kalitve, ohrovta, kaljenja, vzklijejo

βλαστάρι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
naivka, výhonok, stonka, výhonky, ako výhonok
Τυχαίες λέξεις