Συκοφαντικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συκοφαντικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bajulador, sycophantic, bajuladores, bajuladora, servil
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συκοφαντικός
συκοφαντικός συνώνυμα, συκοφαντικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συκοφαντικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συζητώ στα πορτογαλικά - discutir, discriminação, discuta, debater, discutem, discussão
- συκοφαντία στα πορτογαλικά - difamação, calúnia, caluniar, calúnias, injúria
- συκώτι στα πορτογαλικά - animar, fígado, hepática, do fígado, de fígado, hepático
- συλλέγω στα πορτογαλικά - colher, física, recolher, picar, aferroar, colete, arrancar, ...
Τυχαίες λέξεις
Συκοφαντικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bajulador, sycophantic, bajuladores, bajuladora, servil
Μεταφράσεις: bajulador, sycophantic, bajuladores, bajuladora, servil