Συνετά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: συνετά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sabiamente, com sabedoria, sabedoria, sàbiamente, sábia
Συνετά στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνετά

συνετά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συνετά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • συνεργός στα πορτογαλικά - acessório, secundário, anexo, auxiliar, instigador, cúmplice, abettor
  • συνεσταλμένος στα πορτογαλικά - timorato, obturador, tímido, horário, tímida, tímidos, tímidas, ...
  • συνεταιρισμός στα πορτογαλικά - parceria, de parceria, parcerias, sociedade, parceria de
  • συνετό στα πορτογαλικά - aconselhável, sábio, sensato, sábia, sábios, wise
Τυχαίες λέξεις
Συνετά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sabiamente, com sabedoria, sabedoria, sàbiamente, sábia