Τακτικά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τακτικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
regularmente, regularizar, regular, periodicamente, regularidade, com regularidade
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τακτικά
τακτικά αριθμητικά, τακτικά αριθμητικά επίθετα, τακτικά λέοντος σοφού, τακτικά αριθμητικά στα αγγλικά, τακτικά ένδικα μέσα, τακτικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τακτικά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ταιριαστός στα πορτογαλικά - aplicável, agradável, congenial, simpática, simpático, congênita
- τακούνι στα πορτογαλικά - calcanhar, ver, salto, talão, tacão, do salto, do calcanhar
- τακτικός στα πορτογαλικά - pesar, saudades, regulamentar, regular, regulares, normal, regularmente, ...
- τακτικότητα στα πορτογαλικά - regularidade, a regularidade, de regularidade, da regularidade, à regularidade
Τυχαίες λέξεις
Τακτικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: regularmente, regularizar, regular, periodicamente, regularidade, com regularidade
Μεταφράσεις: regularmente, regularizar, regular, periodicamente, regularidade, com regularidade