Ταπεινοφροσύνη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ταπεινοφροσύνη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
humildade, simplicidade, modéstia, A humildade, Humility, de humildade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταπεινοφροσύνη
ταπεινοφροσύνη λεξικο, ταπεινοφροσύνη σημασια, ταπεινοφροσύνη ορισμός, ταπεινότητα ταπεινοφροσύνη, ταπεινοφροσύνη ετυμολογία, ταπεινοφροσύνη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ταπεινοφροσύνη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ταξινόμηση στα πορτογαλικά - classificação, de classificação, classificação de, a classificação, qualificação
- ταπείνωση στα πορτογαλικά - humilhação, humilhações, a humilhação, da humilhação, humiliation
- ταπεινός στα πορτογαλικά - abjecto, ignoto, miserável, acanhar, obscuro, humilde, humanista, ...
- ταπεινώνω στα πορτογαλικά - humilhar, rebaixar, abaixar, baixar, baixo, mortificar, mortify, ...
Τυχαίες λέξεις
Ταπεινοφροσύνη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: humildade, simplicidade, modéstia, A humildade, Humility, de humildade
Μεταφράσεις: humildade, simplicidade, modéstia, A humildade, Humility, de humildade