Τετραπλασιάζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τετραπλασιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
quádruplo, quadruplicar, quádruplos, quádrupla, quadruple
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τετραπλασιάζω
τετραπλασιάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τετραπλασιάζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τετράγωνο στα πορτογαλικά - quadrar, dilapidar, praça, quadrado, adro, quadrada, quadrados, ...
- τετραπέρατος στα πορτογαλικά - sagaz, astuto, muito inteligente, muito esperto, muito inteligentes, muito esperta, muito espertos
- τετραπλός στα πορτογαλικά - quadruplicar, quadruplicado, multiplicar por quatro, quádruplo
- τετριμμένος στα πορτογαλικά - banal, vulgar, trivial, shopworn, surrado, desgastada, tão batido
Τυχαίες λέξεις
Τετραπλασιάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: quádruplo, quadruplicar, quádruplos, quádrupla, quadruple
Μεταφράσεις: quádruplo, quadruplicar, quádruplos, quádrupla, quadruple