Desânimo στα ελληνικά
Μετάφραση: desânimo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατατρομάζω, τρόμος, απολύω, ανησυχία, αποθάρρυνση, αποθάρρυνσης, την αποθάρρυνση, απογοήτευση, η αποθάρρυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- desvendar στα ελληνικά - ανακαλύπτω, αποκαλύπτω, παρουσιάσει, αποκαλύψει, αποκαλύψουν, παρουσιάσω
- desviar στα ελληνικά - φάλτσο, λοξοδρομώ, συσκευή, εκτρέπομαι, τέχνασμα, μηχάνημα, εκτρέψει, ...
- desça στα ελληνικά - καταγωγή, προέρχομαι, κάτω, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορίζονται, καθορισμό
- detalhado στα ελληνικά - πλήρης, περιεκτικός, λεπτομερής, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές
Τυχαίες λέξεις
Desânimo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατατρομάζω, τρόμος, απολύω, ανησυχία, αποθάρρυνση, αποθάρρυνσης, την αποθάρρυνση, απογοήτευση, η αποθάρρυνση
Μεταφράσεις: κατατρομάζω, τρόμος, απολύω, ανησυχία, αποθάρρυνση, αποθάρρυνσης, την αποθάρρυνση, απογοήτευση, η αποθάρρυνση