Τρόπος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: τρόπος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
humanidade, costume, forma, cera, encerar, mude, modo, moda, estrada, maneira, caminho, jeito
Τρόπος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρόπος

τρόπος του λέγειν, τρόπος υπολογισμού μορίων, τρόπος πληρωμής δικαστικών αντιπροσώπων, τρόπος υπολογισμού εφάπαξ, τρόπος αξιολόγησης προγράμματος επικοινωνίας, τρόπος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τρόπος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • τρόμπα στα πορτογαλικά - bombas, calcar, bomba, aspirar, bombear, vaporizar, bomba de, ...
  • τρόπαιο στα πορτογαλικά - troféu, trophy, troféu de, do troféu, troféus
  • τρόφιμος στα πορτογαλικά - ocupante, habitante, internado, inmate, recluso
  • τρύγημα στα πορτογαλικά - vintage, do vintage, clássica, vindima, vintage do
Τυχαίες λέξεις
Τρόπος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: humanidade, costume, forma, cera, encerar, mude, modo, moda, estrada, maneira, caminho, jeito