Υγεία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: υγεία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
saúde, cicatrizar, de saúde, a saúde, da saúde
Υγεία στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υγεία

υγεία και ασφάλεια στην εργασία, υγεία on line, υγεία και ομορφιά, υγεία νοσοκομείο, υγεία πάνω απ όλα, υγεία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υγεία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • υαλώδης στα πορτογαλικά - vítreo, glassy, vítrea, vidrados, vidrado
  • υβριστικός στα πορτογαλικά - abusivo, injurioso, vituperative, injuriosa, vituperante, vituperativo
  • υγιής στα πορτογαλικά - são, saúde, bom, saudável, sadio, saudáveis
  • υγιεινός στα πορτογαλικά - são, saudável, saudáveis, saúde, sadio
Τυχαίες λέξεις
Υγεία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: saúde, cicatrizar, de saúde, a saúde, da saúde