Υπόδικος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: υπόδικος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
respondente, entrevistado, inquirido, demandado, requerido
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπόδικος
υπόδικος λεξικο, καλφαγιάννης υπόδικος, υπόδικος ορισμός, υπόδικος σημασία, υπόδικος σημαίνει, υπόδικος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υπόδικος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- υπόδειγμα στα πορτογαλικά - caso, examinar, remirar, exemplo, modelo, modelo de, do modelo
- υπόδειξη στα πορτογαλικά - sugestão, sugestão de, sugestões, a sugestão, proposta
- υπόθεση στα πορτογαλικά - caso, hipótese, pleito, matéria, matriz, questão, causa, ...
- υπόκωφος στα πορτογαλικά - cavidade, holandês, oco, oca, ocas, vazio
Τυχαίες λέξεις
Υπόδικος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: respondente, entrevistado, inquirido, demandado, requerido
Μεταφράσεις: respondente, entrevistado, inquirido, demandado, requerido