Λέξη: στρατός

Σχετικές λέξεις: στρατός

στρατός ελλάδας, στρατός του χριστού, στρατός σωτηρίας, στρατός τζωρτζογλου, στρατός θητεία, στρατός ξηράς, στρατός 2014, στρατός ι5, στρατός forum, στρατός από τερακότα, ελληνικός στρατός

Συνώνυμα: στρατός

στράτευμα, στρατία, πλήθος

Μεταφράσεις: στρατός

στρατός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
army, military, army is, army was, army of

στρατός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ejército, del ejército, ejército de, ejercito, el ejército

στρατός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heeres, heer, armee, landstreitkräfte, Armee, Heer, Heeres

στρατός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
armée, militaire, l'armée, armée de

στρατός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
armata, esercito, dell'esercito, militare, nell'esercito

στρατός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
exército, do exército, exército de, o exército

στρατός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
heerschaar, troepenmacht, weermacht, legermacht, leger, Army, het Leger, leger van, het Leger van

στρατός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
воинство, масса, множество, армия, войско, армии, армию, армией

στρατός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hær, armé, hæren, army, forsvarsgrønn, forsvars

στρατός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
här, armé, armén, army, arméns

στρατός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
armeija, sotaväki, armeijan, army, armeijaa, armeijaan

στρατός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hær, hæren, militærgrøn, hærs

στρατός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
armáda, vojsko, Army, armády, armádu

στρατός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wojsko, armia, wojska, armii, army

στρατός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hadsereg, sereg, hadsereget, hadseregben, hadsereggel

στρατός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ordu, ordusu, ordusunun, ordunun, askeri

στρατός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
військо, загал, армія, множину, маса, множина

στρατός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ushtria, ushtri, ushtrisë, ushtria e, i ushtrisë

στρατός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
армия, войска, армията, войската

στρατός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
армія, войска

στρατός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõjavägi, armee, sõjaväe, sõjaväes, sõjaväge

στρατός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
armija, vojni, vojska, vojske, vojsku, vojsci, je vojska

στρατός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
her, herinn, hernum

στρατός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
exercitus

στρατός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
armija, kariuomenė, armijos, kariuomenės, kariuomenę

στρατός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
armija, Army, armijas, armiju, karaspēks

στρατός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
армијата, војска, армија, војската, армиски

στρατός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
armat, armată, armata, armatei, armate, de armată

στρατός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vojsko, armáda, vojska, army, armada, vojske

στρατός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vojsko, armáda, armády, armada, ozbrojené sily

Στατιστικά δημοτικότητας: στρατός

Τυχαίες λέξεις