Χαλαρώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: χαλαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
afrouxar, desligar, frouxamente, relaxe, relaxar, descontrair, relax, relaxa
Χαλαρώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαλαρώνω

χαλαρώνω συνώνυμα, χαλαρώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χαλαρώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • χαλαζοθύελλα στα πορτογαλικά - dilúvio, hailstorm, granizo, chuva de granizo, tempestade de granizo
  • χαλαρός στα πορτογαλικά - limite, laço, frouxo, definir, limitar, mancar, solto, ...
  • χαλινάρι στα πορτογαλικά - entrave, freio, rédea, brida, breio, bridle
  • χαλιναγωγώ στα πορτογαλικά - freio, entrave, rédea, brida, breio, bridle
Τυχαίες λέξεις
Χαλαρώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: afrouxar, desligar, frouxamente, relaxe, relaxar, descontrair, relax, relaxa