Επικυρώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: επικυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
valida, validarea, valideze, validează, a valida
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικυρώνω
επικυρώνω στα αγγλικά, επικυρώνω ορισμόσ, επικυρώνω λεξικό, επικυρώνω συνώνυμο, επικυρώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, επικυρώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- επικρατώ στα ρουμανικά - preponda, să predomine, predomine, cântări mai mult, preponderent ca
- επικροτώ στα ρουμανικά - bun venit, binevenit, de bun venit
- επικός στα ρουμανικά - epic, epică, epica, epopee, epice
- επιλέγω στα ρουμανικά - alege, aleg, alegeți, a alege, aleagă
Τυχαίες λέξεις
Επικυρώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: valida, validarea, valideze, validează, a valida
Μεταφράσεις: valida, validarea, valideze, validează, a valida