Συναγωνισμός στα ρουμανικά
Μετάφραση: συναγωνισμός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
concurent, concurenţă, concurență, concurenței, concurența, concurs, competiție
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναγωνισμός
ανταγωνισμόσ συναγωνισμόσ, αθέμιτοσ συναγωνισμόσ, συναγωνισμός συνώνυμο, συναγωνισμός ορισμός, συναγωνισμός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συναγωνισμός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- συναγωγή στα ρουμανικά - sinagogă, sinagoga, Synagogue, sinagogi, sinagogii
- συναγωνίζομαι στα ρουμανικά - concura, concureze, concurează, a concura, concurență
- συναθροίζομαι στα ρουμανικά - se aduna, se reuni
- συναθροίζω στα ρουμανικά - aduna, adune, adună, colecta, strânge
Τυχαίες λέξεις
Συναγωνισμός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: concurent, concurenţă, concurență, concurenței, concurența, concurs, competiție
Μεταφράσεις: concurent, concurenţă, concurență, concurenței, concurența, concurs, competiție