Κολιέ στα ρωσικά
Μετάφραση: κολιέ, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
колье, монисто, ожерелье, ожерелья
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολιέ
κολιέ mommy, κολιέ ονειροκρίτης, κολιέ από ύφασμα, κολιέ 2014, κολιέ swarovski, κολιέ λεξικό γλώσσας ρωσικά, κολιέ στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- κολεγιακός στα ρωσικά - студенческий, академический, университетский, Опрятный, Preppy, Крутому, к Крутому, ...
- κολεός στα ρωσικά - футляр, влагалище, ножны, презерватив, влагалища, вагина
- κολιγιά στα ρωσικά - наем, аренда, Crofters
- κολικός στα ρωσικά - резь, колика, колики, колик, коликах, колике
Τυχαίες λέξεις
Κολιέ στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: колье, монисто, ожерелье, ожерелья
Μεταφράσεις: колье, монисто, ожерелье, ожерелья