Διαπιστώνω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: διαπιστώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Забелешка, белешка, нота, белешката, предвид
Διαπιστώνω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπιστώνω

διαπιστώνω english, διαπιστώνω λεξικό, διαπιστώνω eng, διαπιστώνω francais, διαπιστώνω ετυμολογια, διαπιστώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διαπιστώνω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • διαπερνώ στα σλαβομακεδονικά - проникне, продираат, навлезат, да навлезат, навлегуваат
  • διαπιστεύω στα σλαβομακεδονικά - акредитира, акредитираат, акредитација, го акредитира, ги акредитираат
  • διαπληκτίζομαι στα σλαβομακεδονικά - се расправаат, тврдат, расправаат, тврди, велат
  • διαπλοκή στα σλαβομακεδονικά - испреплетување, испреплетувањето, испреплетеност, преплетувањето, преплетување
Τυχαίες λέξεις
Διαπιστώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: Забелешка, белешка, нота, белешката, предвид