Εξολοθρεύω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εξολοθρεύω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сотре, истребат, истребува, истреби, ги сотре
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξολοθρεύω
εξολοθρεύω συνώνυμα, εξολοθρεύω συνόνυμα, εξολοθρεύω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εξολοθρεύω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εξοικειώνω στα σλαβομακεδονικά - се запознаат со, запознае со, се запознае со, запознавање со, запознаат со
- εξοκέλλω στα σλαβομακεδονικά - влакно, жичка, верига, компонента, ракатката
- εξομοιώνω στα σλαβομακεδονικά - марами, шалови, шамии, шала, марамите
- εξομολογητής στα σλαβομακεδονικά - исповедник, духовник, исповедник на
Τυχαίες λέξεις
Εξολοθρεύω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: сотре, истребат, истребува, истреби, ги сотре
Μεταφράσεις: сотре, истребат, истребува, истреби, ги сотре