Κλοτσώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κλοτσώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Започнувајќи, корне, Основно, На почетокот, удирање
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλοτσώ
κλωτσάω ή κλωτσάω, κλοτσώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κλοτσώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κλονισμός στα σλαβομακεδονικά - тресење, тресе, вртејќи, тресат, тресење на
- κλοπή στα σλαβομακεδονικά - кражба, кражбата, кражба на, кражби, крадење
- κλουβί στα σλαβομακεδονικά - кафез, кафезот, кош, кафези
- κλυδωνίζομαι στα σλαβομακεδονικά - катранот, остарените, месечарка
Τυχαίες λέξεις
Κλοτσώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: Започнувајќи, корне, Основно, На почетокот, удирање
Μεταφράσεις: Започнувајќи, корне, Основно, На почетокот, удирање