Ρόπαλο στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ρόπαλο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лилјак, Прилеп, лилјакот, лилјаци, палка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρόπαλο
ρόπαλο του baseball, ρόπαλο μπέιζμπολ, πτυσσόμενο ρόπαλο, βορίδης ρόπαλο, ρόπαλο του ηρακλή, ρόπαλο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ρόπαλο στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ρόμβος στα σλαβομακεδονικά - ромб, ромб ја
- ρόμπα στα σλαβομακεδονικά - облека, одежда, наметка, робата, руба
- ρύζι στα σλαβομακεδονικά - ориз, оризот, оризови, на ориз, оризова
- ρύθμιση στα σλαβομακεδονικά - регулатива, пропис, регулација, регулирање, регулирањето
Τυχαίες λέξεις
Ρόπαλο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: лилјак, Прилеп, лилјакот, лилјаци, палка
Μεταφράσεις: лилјак, Прилеп, лилјакот, лилјаци, палка