Στίγμα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: στίγμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стигмата, стигма, стигматизацијата, на стигма, жигосувањето
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στίγμα
στίγμα 90, στίγμα πλοίου, στίγμα δρεπανοκυτταρικής αναιμίας, στίγμα λόγου, στίγμα μεσογειακής αναιμίας, στίγμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στίγμα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- στήνω στα σλαβομακεδονικά - простум, исправено, подигнеш, подигне, подигнат
- στήριγμα στα σλαβομακεδονικά - заграда, голема заграда, потпирач, се подготвуваат, подготвуваат
- στίζω στα σλαβομακεδονικά - луничка
- στίξη στα σλαβομακεδονικά - интерпункција, интерпункциски, интерпукциски, интерпункцијата, интерпукциски знаци
Τυχαίες λέξεις
Στίγμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: стигмата, стигма, стигматизацијата, на стигма, жигосувањето
Μεταφράσεις: стигмата, стигма, стигматизацијата, на стигма, жигосувањето