Λέξη: ρείκι
Σχετικές λέξεις: ρείκι
ρείκι μέλι, ρείκι βότανο, ρίκι φυτό, ρείκι ιδιοτητες, ρίκι ψάρι, ρείκι ψάρι, ρείκι θάμνος, ρείκι σουσούρα, ρείκι φυτό, ρείκι φυτό φροντίδα
Συνώνυμα: ρείκι
βάτος, είδος βάτου, είδος πρίνου, ερείκη, θάμνος με ερείκες, θαμνότοπος
Μεταφράσεις: ρείκι
ρείκι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
heather, heath, briar, brier
ρείκι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
brezo, Heather, jaspeado, brezos, de brezo
ρείκι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heidekraut, erika, heide, Heidekraut, Heide, Erika, meliert
ρείκι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bruyère, Heather, bruyères, de bruyère, la bruyère
ρείκι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
erica, melange, heather, grigio melange, di erica
ρείκι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
urze, Heather, da urze, urzes, de urze
ρείκι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dophei, dopheide, heide, heather, gespikkeld, Heidekleur, Anthony
ρείκι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вереск, Хизер, Heather, вереска, Хезер
ρείκι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lyng, Heather, gråmelert, fargen, brun
ρείκι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ljung, Heather, gråmelerad, ljungen
ρείκι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kanervikko, kanerva, Heather, kanervan, IHeather, kanervaa
ρείκι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lyng, grå, grå meleret, meleret, heather
ρείκι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vřes, Heather, vřesovec, vřesu, vřesový
ρείκι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wrzos, Heather, szary, melanż, szary melanż
ρείκι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hanga, heather, hangás, a hanga
ρείκι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
funda, heather, süpürgeotu, çalılık
ρείκι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
верес, вереск, голий той кущ
ρείκι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shqopë, Heather, shqopa, me shqopa, zona me shqopa
ρείκι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
верен, пирен, Хедър, изтравниче, калуна, Хедър се
ρείκι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
верас, верасок
ρείκι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kanarbik, kanarbiku, heather, kanarbikust, kanarbikku
ρείκι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vrijesak, vrijes, Heather, vrijesa, vrijeska
ρείκι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lyngi, Heather, Beitilyng
ρείκι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šilojas, Virši, Heather, viržių, šilinis viržis
ρείκι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
virši, Heather, viršu, viršiem
ρείκι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Хедер, јоргован, Heather, на Хедер
ρείκι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
buruiană, Heather, iarbă neagră
ρείκι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
heather, resje, z resjem, resjem, rese
ρείκι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vres, cezmína, vřes, vres obyčajný, vresu
Τυχαίες λέξεις