Εξισώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: εξισώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
likställa, jämställa, motsvara, likställer, jämställas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξισώνω
εξισώνω συνώνυμο, εξισώνω ορισμός, εξισώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, εξισώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εξημερώνω στα σουηδικά - domesticate, tämja, domesticera
- εξιλεώνομαι στα σουηδικά - sona, försona, gottgöra, atone, gott
- εξογκώνω στα σουηδικά - svullna, svälla, bloat, uppsvälld, Bukta ut, Bukta
- εξοικειωμένος στα σουηδικά - förtrogen, välbekant, bekant, välbekanta, bekanta
Τυχαίες λέξεις
Εξισώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: likställa, jämställa, motsvara, likställer, jämställas
Μεταφράσεις: likställa, jämställa, motsvara, likställer, jämställas