Επιστόμιο στα σουηδικά

Μετάφραση: επιστόμιο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
munstycke, munstycket, språkrör, mundelen, munstyckets
Επιστόμιο στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιστόμιο

επιστόμιο κλαρίνου, επιστόμιο τρομπέτας, επιστόμιο ασφαλείας cisa, επιστόμιο ασφαλείας, επιστόμιο σαξοφώνου, επιστόμιο λεξικό γλώσσας σουηδικά, επιστόμιο στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • επιστρατεύω στα σουηδικά - marskalk, beväring, bevärings, värnpliktig, värnpliktige, beväringen
  • επιστροφή στα σουηδικά - återlämna, återgå, vinst, restitution, återlämnande, återställande, lämnande, ...
  • επιστύλιο στα σουηδικά - archi, arkitrav, foder, infattningen, arkitraven
  • επισυνάπτω στα σουηδικά - bifoga, innesluta, omsluta, omsluter, bifogar
Τυχαίες λέξεις
Επιστόμιο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: munstycke, munstycket, språkrör, mundelen, munstyckets