Ασυναρτησίες στα τούρκικα
Μετάφραση: ασυναρτησίες, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
saçmalamak, saçmalık, anlamsız, gibberish, cıbırca, anlaşılmaz sözler eklemek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυναρτησίες
ασυναρτησίες συνωνυμο, ασυναρτησίες λεξικό γλώσσας τούρκικα, ασυναρτησίες στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ασυνήθιστος στα τούρκικα - alışılmadık, olağandışı, sıradışı, alışılmadık bir, nadir
- ασυναίσθητα στα τούρκικα - bilinçsizce, bilinçsiz, bilinçsiz olarak, farkında olmadan, farkında
- ασυνεπής στα τούρκικα - güvenilmez, tutarsız, aykırı, tutarsız bir, tutarsızdır, tutarsızlık
- ασυντρόφευτος στα τούρκικα - yalnız, biricik, ıssız, asyntrofeftos
Τυχαίες λέξεις
Ασυναρτησίες στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: saçmalamak, saçmalık, anlamsız, gibberish, cıbırca, anlaşılmaz sözler eklemek
Μεταφράσεις: saçmalamak, saçmalık, anlamsız, gibberish, cıbırca, anlaşılmaz sözler eklemek