Ενικός στα τούρκικα

Μετάφραση: ενικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
acayip, tekil, tek, tekil bir, singular
Ενικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενικός

ενικός στάθης, ενικός εκπομπές, ενικός εκπομπή, ενικός αριθμός κική δημουλά, ενικός αρναούτογλου, ενικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, ενικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ενθύμιο στα τούρκικα - hatıra, memento, yadigâr, hatırası, yadigarı
  • ενιαίος στα τούρκικα - birleşik, Amerika Birleşik, birleşmiş, united, birleşik bir
  • ενισχυτής στα τούρκικα - amplifikatör, amplifikatörü, yükseltici, yükselteç, kuvvetlendirici
  • ενισχύω στα τούρκικα - belkemiği, kuvvetlendirmek, omurga, arka, geri, yine, sırt, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: acayip, tekil, tek, tekil bir, singular