Επιθετικότητα στα τούρκικα
Μετάφραση: επιθετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
saldırı, hücum, saldırganlık, saldırganlığı, saldırganlığın, agresiflik, agresifliği
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιθετικότητα
επιθετικότητα παιδιού, επιθετικότητα ψυχολογία, επιθετικότητα στα παιδιά, επιθετικότητα ορισμός, επιθετικότητα νηπίων, επιθετικότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιθετικότητα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επιζώ στα τούρκικα - daha çok dayanmak, daha uzun yaşamak, dayanmak, outlast, uzun yaşamak
- επιθετικός στα τούρκικα - agresif, saldırgan, agresif bir, saldırgan bir, girişken
- επιθεωρητής στα τούρκικα - müfettiş, Inspector, müfettişi, denetçisi, denetçi
- επιθεωρώ στα τούρκικα - denetlemek, kontrol, kontrol edin, incelemek, inceleyin
Τυχαίες λέξεις
Επιθετικότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: saldırı, hücum, saldırganlık, saldırganlığı, saldırganlığın, agresiflik, agresifliği
Μεταφράσεις: saldırı, hücum, saldırganlık, saldırganlığı, saldırganlığın, agresiflik, agresifliği