Λαστιχένιος στα τούρκικα

Μετάφραση: λαστιχένιος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
silgi, kauçuk, prezervatif, lastik, rubber, Lastikler
Λαστιχένιος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαστιχένιος

λαστιχένιος λεξικό γλώσσας τούρκικα, λαστιχένιος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • λασπωτήρας στα τούρκικα - çamurluk, için kanat, çamurluklar, Çamurluk Bağlantı, çamurluğu
  • λασπώδης στα τούρκικα - kirli, çamurlu, çamurlu bir, çamur, muddy
  • λατρεία στα τούρκικα - ibadet, tapınma, tapınması, ibadeti, bir ibadet
  • λατρεύω στα τούρκικα - ibadet, tapınma, tapınması, ibadeti, bir ibadet
Τυχαίες λέξεις
Λαστιχένιος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: silgi, kauçuk, prezervatif, lastik, rubber, Lastikler