Lastik στα ελληνικά
Μετάφραση: lastik, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαστιχένιος, γόμα, λάστιχο, ρόδα, ελαστικών, ελαστικού, ελαστικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lale στα ελληνικά - τουλίπα, τουλίπες, τουλίπας, τουλιπών, τουλίπες την, τις τουλίπες
- lamba στα ελληνικά - λυχνία, λάμπα, φανός, λαμπτήρα, φανού
- lehçe στα ελληνικά - τόνος, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
- leke στα ελληνικά - ψεγάδι, σπυρί, αποστατώ, μέρος, αμαυρώνω, στίγμα, μουτζούρα, ...
Τυχαίες λέξεις
Lastik στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαστιχένιος, γόμα, λάστιχο, ρόδα, ελαστικών, ελαστικού, ελαστικό
Μεταφράσεις: λαστιχένιος, γόμα, λάστιχο, ρόδα, ελαστικών, ελαστικού, ελαστικό