Σκύλα στα τούρκικα
Μετάφραση: σκύλα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
orospu, kaltak, sürtük, fahişe, cadı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκύλα
σκύλα λεξικό γλώσσας τούρκικα, σκύλα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σκόρος στα τούρκικα - güve, güvesi, moth, kelebek, kurt
- σκύβω στα τούρκικα - viraj, bükmek, ördek, kavis, kıvrım, tenezzül, hızla alçalıp avına vurmak, ...
- σκύλος στα τούρκικα - köpek, dog, köpeği, bir köpek, köpeğin
- σκώμμα στα τούρκικα - fırlatmak, atmak, savurmak, binicisini atma, doya doya eğlenme
Τυχαίες λέξεις
Σκύλα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: orospu, kaltak, sürtük, fahişe, cadı
Μεταφράσεις: orospu, kaltak, sürtük, fahişe, cadı