Σύγχρονος στα τούρκικα

Μετάφραση: σύγχρονος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
modern, çağcıl, çağdaş, modern bir
Σύγχρονος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύγχρονος

σύγχρονος δήμος, σύγχρονος συνώνυμα, σύγχρονος καπιταλισμός και επανάσταση, σύγχρονος πύργος, σύγχρονος σκλάβος ζητά βοήθεια με μήνυμά του σε τσάντα καταστήματος, σύγχρονος λεξικό γλώσσας τούρκικα, σύγχρονος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • σύγκριση στα τούρκικα - karşılaştırma, karşılaştırması, karşılaştırılması, comparison, kıyaslama
  • σύγκρουση στα τούρκικα - çarpışma, çarpma, çatışma, çakışma, çatışması, çakışması, uyuşmazlık
  • σύγχυση στα τούρκικα - şaşkınlık, karışıklık, konfüzyon, kafa karışıklığı, karmaşa, karışıklıklar
  • σύζυγος στα τούρκικα - eş, ar, hanım, koca, ayal, kocam, kocası, ...
Τυχαίες λέξεις
Σύγχρονος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: modern, çağcıl, çağdaş, modern bir