Σύγχρονος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σύγχρονος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
moderado, moderar, moderno, hodierno, moderna, modernos, modernas
Σύγχρονος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύγχρονος

σύγχρονος δήμος, σύγχρονος συνώνυμα, σύγχρονος καπιταλισμός και επανάσταση, σύγχρονος πύργος, σύγχρονος σκλάβος ζητά βοήθεια με μήνυμά του σε τσάντα καταστήματος, σύγχρονος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σύγχρονος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σύγκριση στα πορτογαλικά - comparação, comparador, comparador de, comparação de, relação
  • σύγκρουση στα πορτογαλικά - colisão, conflito, conflitos, de conflitos, o conflito, conflito de
  • σύγχυση στα πορτογαλικά - confusão, a confusão, confusões
  • σύζυγος στα πορτογαλικά - esposo, lugar, largura, machucar, cônjuge, esposa, manchar, ...
Τυχαίες λέξεις
Σύγχρονος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: moderado, moderar, moderno, hodierno, moderna, modernos, modernas