Φενακίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: φενακίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aldatmak, fenakizo
Φενακίζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φενακίζω

φενακίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, φενακίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • φειδωλός στα τούρκικα - tutumlu, koruyucu, yedekleme, sparing, yedek çalışma
  • φελλός στα τούρκικα - tıpa, şamandıra, mantar, yüzmek, Cork, mantardan, mantarı
  • φεντεραλιστής στα τούρκικα - federalist, federalist bir, federalizm
  • φερέγγυος στα τούρκικα - çözüm, güvenilir, eriyik, güvenilir bir, güven, güvenli
Τυχαίες λέξεις
Φενακίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: aldatmak, fenakizo