Ανυπομονησία στα τσεχικά
Μετάφραση: ανυπομονησία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nedočkavost, netrpělivost, netrpělivosti, netrpělivostí
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανυπομονησία
ανυπομονησία αγγλικα, η ανυπομονησία, ανυπομονησία συνώνυμα, ανυπομονησία συνώνυμο, ανυπομονησία φυτο, ανυπομονησία λεξικό γλώσσας τσεχικά, ανυπομονησία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ανυπακοή στα τσεχικά - neposlušnost, neposlušnosti, neposlušností, neuposlechnutí, neposlušenství vzalo
- ανυπεράσπιστος στα τσεχικά - bezbranný, bezbranné, bezbranná, bezbranní, bezbranných
- ανυποχώρητος στα τσεχικά - tuhý, vytrvalý, úporný, neústupný, houževnatý, pevný, soudržný, ...
- ανυπόμονος στα τσεχικά - netrpělivý, neposedný, nepokojný, neklidný, nedočkavý, netrpěliví, netrpělivě, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανυπομονησία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: nedočkavost, netrpělivost, netrpělivosti, netrpělivostí
Μεταφράσεις: nedočkavost, netrpělivost, netrpělivosti, netrpělivostí