Εκφραστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: εκφραστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
expresivní, výrazný, výrazový, výrazné, výrazná, výraznější
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκφραστικός
εκφραστικός συνωνυμο, εκφραστικός λόγος, εκφραστικός αγγλικα, εκφραστικός χορός, εκφραστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, εκφραστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εκφοβισμός στα τσεχικά - zastrašování, zastrašováním, zastrašovací, vyhrožování
- εκφράζω στα τσεχικά - ztělesnit, výslovný, vyjadřovat, zahrnout, expresní, rychlík, hlas, ...
- εκφυλίζομαι στα τσεχικά - degenerovaný, zdegenerovaný, degenerovat, zvrhlík, degenerovaná, degenerovanou
- εκφωνώ στα τσεχικά - osvobodit, doručit, dodávat, dodat, porod, doručovat, vysvobodit, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκφραστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: expresivní, výrazný, výrazový, výrazné, výrazná, výraznější
Μεταφράσεις: expresivní, výrazný, výrazový, výrazné, výrazná, výraznější