Ελαφρύνω στα τσεχικά

Μετάφραση: ελαφρύνω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tlumit, oslabit, zmírnit, zředit, zmenšit, zeslabit
Ελαφρύνω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελαφρύνω

ελαφρύνω συνωνυμα, ελαφρύνω λεξικό γλώσσας τσεχικά, ελαφρύνω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ελαττώνω στα τσεχικά - ztenčit, snižovat, zmenšit, přivést, zredukovat, napravit, zmírňovat, ...
  • ελαφρόμυαλος στα τσεχικά - lehkomyslný, povrchní, lehkovážný, roztržitý
  • ελαφρύς στα τσεχικά - pohrdání, drobný, ústrk, skrovný, útlý, mírný, nevážnost, ...
  • ελαφρώς στα τσεχικά - mírně, zlehka, nepatrně, lehce, trochu, slabě, poněkud
Τυχαίες λέξεις
Ελαφρύνω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: tlumit, oslabit, zmírnit, zředit, zmenšit, zeslabit