Απενεργοποιώ στα φινλανδικά

Μετάφραση: απενεργοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vammautua, jäävätä, poistaa, poista, poistaa käytöstä, käytöstä, pois käytöstä
Απενεργοποιώ στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απενεργοποιώ

απενεργοποιώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, απενεργοποιώ στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • απελευθερώνω στα φινλανδικά - vapauttaa, vapauttamaan, vapauttavat, vapauttamiseksi, vapautua
  • απελπισμένος στα φινλανδικά - uhkaava, synkkä, lohduton, epätoivoinen, toivoton, sankarillinen, pahaenteinen, ...
  • απερίσκεπτος στα φινλανδικά - hurja, harkitsematon, varomaton, tyhmänrohkea, välittämätön, ajattelematon, holtiton, ...
  • απεργία στα φινλανδικά - isku, sivaltaa, ajautua, tärskäys, löytää, lyödä, omaksua, ...
Τυχαίες λέξεις
Απενεργοποιώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vammautua, jäävätä, poistaa, poista, poistaa käytöstä, käytöstä, pois käytöstä