Jäävätä στα ελληνικά

Μετάφραση: jäävätä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απενεργοποιώ, αχρηστεύω, πρόκληση, πρόκλησης, την πρόκληση, πρόκληση που, πρόκληση για
Jäävätä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jäätävä στα ελληνικά - ψύξη, παγωμένος, παγερός, πάγωμα, δέσμευση, κατάψυξη, κατάψυξης, ...
  • jäätää στα ελληνικά - ανατριχίλα, ρίγος, παγώνω, καταψύχω, παγερός, κρουσταλλιάζω, γλάσο, ...
  • jörö στα ελληνικά - αργός, βλοσυρός, καθυστερημένος, σκυθρωπός, γρινιάρης, στριφνός, γκρινιάρης, ...
  • jöröttää στα ελληνικά - σκυθρωπιάζω
Τυχαίες λέξεις
Jäävätä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απενεργοποιώ, αχρηστεύω, πρόκληση, πρόκλησης, την πρόκληση, πρόκληση που, πρόκληση για